Βασιλίος

Βασιλίος
Βασιλίς
queen
fem gen sg (epic doric ionic aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • βασιλιός — ο βλ. βασιλιάς …   Dictionary of Greek

  • βασιλιάς — ο και βασιλεύς και βασιλέας και βασιλές και βασιλιός (θηλ. βασίλισσα, η) (AM βασιλεύς, Μ και βασιλέας θηλ. AM βασίλισσα και βασιλίς, Α και βασιλέα και βασίλεια και βασιληΐς) 1. ο κληρονομικός ανώτατος άρχοντας του κράτους 2. πρώτος ή έξοχος μέσα… …   Dictionary of Greek

  • Василий — У слова «Василий» есть и другие значения: см. Василий (значения). Василий греческое Род: муж. Этимологическое значение: «царский, царственный» Отчество: Васильевич Васильевна Женское парное имя: Василия Производ. формы: Вася; В …   Википедия

  • πούρι — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ.), στην πρώην επαρχία Βόλου, του νομού Μαγνησίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (50 τ. χλμ.). * * * Ν (μόριο) (στον Ερωτόκρ.) 1. λοιπόν («κι άσ τονε πούρι τον καιρό κι ας πορπατή») 2. άραγε («ἱντα ναι τα μιλείς,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”